Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014


2600 χρόνια ελληνικής παρουσίας στα παράλια της Ανατολικής Ρωμυλίας


28
εκτύπωση 
 
Στα Θρακικά παράλια της Μαύρης Θάλασσας από τον 7ο και τον 6ο αιώνα π.Χ. δημιουργούνται πολλές ελληνικές πόλεις. Η Σωζόπολη ιδρύεται το 600 π.Χ. από αποίκους από τη Μίλητο με αρχικό όνομα: Απολλωνία. Την ίδια εποχή κτίζονται η Μεσημβρία, η Αγχίαλος και πολλές άλλες πόλεις. Αργότερα στα βυζαντινά χρόνια παρά τις βαρβαρικές επιδρομές και τις καταστροφές η περιοχή ακμάζει και ευημερεί: Πύργος, Αγαθούπολη, Βασιλικό και άλλες νέες πόλεις δημιουργούνται. Η γειτνίαση με την Κωνσταντινούπολη, το εμπόριο της Μαύρης Θάλασσας, η αλιεία και οι πλούσιες σε παραγωγή πεδιάδες της ενδοχώρας συντελούν στο να ακμάζει συνεχώς ο Ελληνισμός της περιοχής αυτής.

Φθάνουμε έτσι στο 1878, ο ρωσικός στρατός νικώντας τους Τούρκους απελευθερώνει τα ανατολικά Βαλκάνια μετά έξι αιώνες Οθωμανικού ζυγού, στον Αγιο Στέφανο, προάστιο της Κωνσταντινούπολης η Ρωσία ζητάει τη δημιουργία της μεγάλης Βουλγαρίας, οι άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις αλλά και οι λαοί της περιοχής έχουν άλλη άποψη και έτσι στη συνθήκη του Βερολίνου που ακολουθεί δημιουργείται μεν ένα μικρότερο πριγκιπάτο της Βουλγαρίας αλλά και η ηγεμονία της Ανατολικής Ρωμυλίας με πρωτεύουσα την Φιλιππούπολη και ισοπολιτεία στην διοίκηση, του ελληνικού, του βουλγαρικού και του τουρκικού στοιχείου. Ολες οι παράλιες ελληνικές πόλεις στις οποίες αναφερθήκαμε βρίσκονται πλέον μέσα στα όρια της ηγεμονίας.
Το κράτος της Ανατολικής Ρωμυλίας δεν είχε μεγάλη διάρκεια ζωής, μετά από λίγα χρόνια Βουλγαρικός στρατός εισβάλλει, καταλύει την ηγεμονία και ιδρύει το κράτος της Νότιας Βουλγαρίας το οποίο και αυτό ύστερα από λίγο ενσωματώνεται στη Βουλγαρία. Εδώ αρχίζουν οι δυσκολίες και οι διωγμοί των Ελλήνων της περιοχής, κατά διαστήματα εξαπολύονται πογκρόμ κατά του ελληνικού στοιχείου, ιδιαίτερα όταν οι ελληνοβουλγαρικές σχέσεις βρίσκονται σε ένταση. Φθάνουμε στο 1925 οπότε οι Ελληνες καλούνται να υπογράψουν μία ομολογία ότι είναι Βούλγαροι και όχι Ελληνες, αποδεχόμενοι την βουλγαροποίηση του ονόματός τους και το κλείσιμο των ελληνικών σχολείων και των εκκλησιών. Οσοι δέχθηκαν, είδαν το επώνυμό τους να γίνεται π.χ. από Πετρίδης σε Πετρίντωφ, ή αν αυτό ήταν δύσκολο να γίνει (το Παπαντοπούλωφ για παράδειγμα δεν πείθει για βουλγαρικό) τότε το πατρώνυμο γινόταν επώνυμο με κατάληξη σε –ωφ, π.χ. ο Γεώργιος του Δημητρίου έγινε Γκεόργκι Ντιμιτρώφ. Οσοι δεν δέχθηκαν να υπογράψουν λάμβαναν ότι χωρούσε σε δύο βαλίτσες και αναχωρούσαν αμέσως για την Ελλάδα. Για όσους έμειναν άρχιζε η δύσκολη πορεία, χωρίς σχολεία, χωρίς εκκλησία, χωρίς βοήθεια από πουθενά να κρατήσουν την ελληνική ψυχή τους.
Περιδιαβαίνω στα δρομάκια της  Σωζόπολης. Η πόλη είναι κτισμένη σε μία χερσόνησο στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας, νότια του Πύργου (Μπουργκάς). Από τα παράθυρα των σπιτιών ακούγεται ελληνική μουσική, μόλις κάποιοι καταλαβαίνουν πως είμαι Ελληνας με πλησιάζουν. «Καλώς τον, από πού μας έρχεσαι», με ρωτάνε, κάποιος με καλεί στο σπίτι του, εκεί στην αυλή αρχίζουν να έρχονται και άλλοι, και άλλοι, θέλουν να μιλήσουν, να πουν τον πόνο τους.
Ο κύριος Δημήτρης, απόμαχος ναυτικός μου λέει με παράπονο «τους Πόντιους, τους Σαρακατσαναίους και τόσους άλλους το Ελληνικό κράτος τους αναγνωρίζει σαν Ελληνες, εμάς φαίνεται πως αγνοεί ακόμα και την ύπαρξη μας, κάποιος, ο πρόξενος στην Φιλιππούπολη, ή έστω ένας υπάλληλος να έρθει να ρωτήσει αν περνάμε καλά, αν έχουμε κανένα πρόβλημα, τίποτα κανείς ποτέ δεν ήλθε. Ομως, είμαστε κάποιες δεκάδες χιλιάδες Ελληνες σε όλη την παραλία από την Αγαθούπολη έως την Μεσημβρία, μόνο εδώ στη Σωζόπολη είμαστε πέντε χιλιάδες, όλοι Ελληνες, είμαστε εικοσιέξι αιώνες εδώ εγκατεστημένοι. Θα είναι κρίμα τώρα μετά τόσους αιώνες να χαθεί από εδώ η ελληνική γλώσσα».
Οπως τον ακούω σκέφτομαι, είχα έλθει για πρώτη φορά στη Σωζόπολη πριν από 25 χρόνια, και τότε οι ίδιες ακριβώς σκηνές, τα πρόσωπα μόνο αλλάζουν, τότε είχα φύγει δίνοντας μια υπόσχεση στον εαυτό μου, να ξανάρθω και να κάνω κάτι για να βοηθήσω την άγνωστη στους πολλούς γωνιά του Ελληνισμού.
Στη συζήτηση μπαίνει και η κυρία Θεοφανώ, μια δραστήρια ηλικιωμένη, «η γλώσσα στη νεολαία όσο πάει και χάνεται, χωρίς σχολεία δεν μπορεί να γίνει τίποτα, έστω κάποιο φροντιστήριο», μας λέει. «Γιατί δεν δημιουργείτε κάποιους συλλόγους οι οποίοι θα προωθήσουν αυτά τα αιτήματα και θα συμβάλλουν στη δημιουργία κάποιου πολιτιστικού κέντρου, μίας βιβλιοθήκης, ενός φροντιστηρίου», τη ρωτάω. Από τον καιρό του κομουνισμού υπάρχουν σύλλογοι «Ελληνοβουλγαρικής φιλίας», οι σύλλογοι αυτοί από την ίδρυσή τους μέχρι σήμερα είναι στελεχωμένοι με άτομα αφοσιωμένα στα βουλγαρικά συμφέροντα, και οι Βούλγαροι βέβαια δεν έχουν το παραμικρό ενδιαφέρον να αναδείξουν μια ελληνική μειονότητα.
Πριν από λίγο καιρό είχα ρωτήσει κάποιο κυβερνητικό στέλεχος αν στη συμφωνία ένταξης της Βουλγαρίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση που έχει ήδη ολοκληρωθεί προβλέπεται αναγνώριση της ελληνικής μειονότητας που ζει εκεί, με όλα βέβαια τα δικαιώματα που απορρέουν από κάτι τέτοιο. Μα και βέβαια μου είχε απαντήσει, «όλα αυτά έχουν πλέον τακτοποιηθεί». Η συζήτηση με προσγειώνει στην πραγματικότητα και πάλι όμως δεν μπορώ να μην συγκρίνω αυτό που είχα δει την προηγούμενη μέρα διασχίζοντας τις βουλγαρικές περιοχές της βόρειας Ροδόπης όπου οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί δέχονται μεγάλη βοήθεια από την Τουρκία και το Τουρκικό κόμμα έχει γίνει ο ρυθμιστής των πολιτικών εξελίξεων στην χώρα.
Αποχαιρετώ τους συνομιλητές μου και συνεχίζω την περιπλάνησή μου στη Σωζόπολη, τα στενά δρομάκια, τα σπίτια με τις αυλές και τα μπαλκόνια γεμάτα λουλούδια, η αρχιτεκτονική, όλα θυμίζουν Ελλάδα, θυμίζουν Θράκη, θυμίζουν Βόσπορο. Εμπρός στην είσοδο του λιμανιού σε ένα νησάκι που τώρα πλέον συνδέεται με έναν μόλο με τη στεριά υπήρχε στην αρχαιότητα τεράστιος ναός του Απόλλωνα.
Αφήνω τη Σωζόπολη και προχωρώ νότια, φθάνω στο Βασιλικό (Βουλγαρικά Τσάρεβο), η παλαιά ελληνική εκκλησία του θεωρείται θαυματουργή, εκεί δίπλα τα ερείπια μίας παλαιοχριστιανικής βασιλικής έχουν μετατραπεί σε παιδική χαρά, συναντώ την κυρία Αννα, συγκινείται, μου λέει για τη ζωή της όταν κάποτε μικρή προσφυγοπούλα έφθασε εδώ από τη Σμύρνη.
Ακόμα νοτιότερα και φθάνω στην Αγαθούπολη (Βουλγαρικά Αχτοπόλ), μικρή πόλη με ωραία θάλασσα, ιδανικός και πολύ φθηνός τόπος για ήρεμες διακοπές, από εδώ τα τουρκικά σύνορα απέχουν λίγα χιλιόμετρα.
Επιστρέφω προς τα βόρεια, προσπερνώ τον Βασιλικό και τη Σωζόπολη. Μία στάση στον Πύργο (Μπουργκάς), η πόλη είναι πλέον πολύ μεγάλη, οι Ελληνες κάπου δύο χιλιάδες, μικρή μειοψηφία πλέον, εξακολουθούν να κατοικούν στο κέντρο, στην παλαιά πόλη. Συνεχίζω βόρεια, σε λίγο εμφανίζεται η Αγχίαλος (Βουλγαρικά Πομόρι), το ελληνικό στοιχείο εδώ είναι πολύ έντονο, παντού συναντώ Ελληνες. Σε ένα δρομάκι κοντά στην παραλία, απέναντι από την εκκλησία, σε ένα σπιτάκι κρεμασμένη η ελληνική και η βουλγαρική σημαία και η πινακίδα «Σύλλογος Ελληνοβουλγαρικής φιλίας-Ελληνικό σχολείο Αγχιάλου», με πληροφορούν πως το σχολείο λειτουργεί μόνο τα σαββατοκύριακα σαν φροντιστήριο ελληνικών με τη βοήθεια κάποιων Ελλήνων της πόλης. Αυτό το εντελώς ακατάλληλο σπιτάκι είναι το μοναδικό ίχνος ελληνικής παιδείας σε όλη την περιοχή, από την Αγαθούπολη ως την Μεσημβρία.
Τελευταίος μου σταθμός προς τα βόρεια η Μεσημβρία (βουλγαρικά Νεσίμπαρ). Πανέμορφη η παλαιά πόλη κτισμένη σε μια χερσόνησο, με επιβλητικά βυζαντινά τείχη και άλλα μνημεία, αρκετοί Ελληνες ζουν και εδώ, η παλαιά ελληνική εκκλησία λειτουργεί πλέον σαν… κατάστημα με σουβενίρ.
Αφήνω την περιοχή με έντονα και ανάμεικτα συναισθήματα εδώ κατοικούν πάνω από είκοσι χιλιάδες Ελληνες ακόμα, λιγότεροι για κάποιους άλλους, εξαρτάται ποια κριτήρια βάζει κάποιος, καλή ή μη χρήση της γλώσσας, παιδιά μεικτών γάμων κτλ. Οσοι και αν είναι όμως, είναι ξεχασμένοι από την ελληνική Πολιτεία και από τους άλλους Ελληνες. Φεύγοντας σκέπτομαι τα λόγια του κ. Δημήτρη  από τη Σωζόπολη: «Εδώ μιλάμε ελληνικά 2600 χρόνια, θα είναι κρίμα να χαθούν τώρα».


Τετάρτη, 18 Σεπτέμβριος 2013 23:40

Κώστας Πινέλης :Οι Έλληνες σε Ανατολική Ρωμυλία-Βουλγαρία (Μέρος 3ο)

Γράφτηκε από τον 


pinelhs
Το κράτος της Ανατολικής Ρωμυλίας δεν είχε μεγάλη διάρκεια ζωής. Όλα ξεκίνησαν από την ανακήρυξη της Βουλγαρικής Εξαρχείας το 1870, τον απογαλακτισμό των βουλγάρων από την ελληνική παιδεία και τον διαρκώς αυξανόμενο επιθετικό και σκληρό Βουλγάρικο εθνικισμό.Τα τελικά σύνορα τα καθόρισε η Συνθήκη του Βουκουρεστίου (Μάρτιος 1886). Έκτοτε η Ανατολική Ρωμυλία εντάχθηκε οριστικά στο βουλγαρικό κράτος.
Οι Έλληνες στην Ανατολική Ρωμυλία κατοικούσαν σε τρεις κυρίως περιοχές. Η Κοτζαγεώργη περιγράφει αυτά τα σημεία ως εξής:
α) στο λεκανοπέδιο του Άνω Έβρου, όπου οι πόλεις, κομωπόλεις και κεφαλοχώρια, Φιλιππούπολη (Plovdiv), Στενήμαχος (Asenovgrad), Χάσκιοϊ (Haskovo), Τατάρ-Παζαρτζίκ (Pazartzik), Περιστερά (Pestera), Κούκλαινα (Kuklen)και άλλες μικρές κοινότητες με ελληνικό πληθυσμό
Εκκλησία της Στενημάχου                               
Η Μαράσλειος Σχολή  στην  Φιλιππούπολη
β) στο λεκανοπέδιο του Κάτω Τόντζου, όπου και η επαρχία Καβακλή (Topolovgrad) με έντεκα ελληνικά χωριά (Μοναστήρι, Καρυές, Σιναπλί, Μεγάλο Μπογιαλίκι κ.λ.π.), και
γ) στα παράλια του Εύξεινου Πόντου, στις πόλεις Αγχίαλο (Pomorie), Σωζόπολη  (Sozopol), Βασιλικό (Tsarevo), Mεσήμβρια (Nesebar), Πύργο (Burgas), Αγαθούπολη (Ahtopol) κ. ά..
Οι Έλληνες αναπτύσσουν σημαντικά τις κοινοτικές τους δομές και ενεργοποιούνται πολιτιστικά, ιδιαίτερα από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Συσπειρώνονται γύρω απ’ την εκπαίδευση, αντιστεκόμενοι στον βουλγάρικο εθνικισμό. Ιδρύονται φιλολογικοί, φιλεκπαιδευτικοί, φιλανθρωπικοί σύλλογοι, δημιουργούνται σχολεία (Ζαρίφεια και Αρχιγένεια Διδασκαλεία, Μαράσλειος Σχολή, ενώ από το 1860 λειτουργούν παρθεναγωγεία). , κοινωφελή καταστήματα, βιβλιοθήκες. Εκδίδονται και κυκλοφορούν εφημερίδες. Η ραγδαία οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική εξέλιξη των Ελλήνων οδήγησε στη μεγάλη εθνική τους διαφοροποίηση από τους σύνοικους λαούς.
Οι Έλληνες σήμερα στη Βουλγαρία
Το 1906  στην περιοχή της Ανατολικής Ρωμυλίας-Βουλγαρίας, ζούσαν περίπου 100.000 Έλληνες που απέμειναν από τις διώξεις και την μετανάστευση σε άλλες χώρες. Από το 1906 και μετά έφυγαν και με την ανταλλαγή των πληθυσμών, 62.109 Έλληνες. Από το 1925 οι Ανατολυκορωμυλιώτες Έλληνες καλούνται να υπογράψουν ομολογίες ότι είναι Βούλγαροι. Όσοι δέχθηκαν, είδαν το επώνυμό τους να αλλάζει. Παράδειγμα: ο Πετρίδης σε Πετρίντωφ. Εάν ήταν δύσκολο να γίνει σε κατάληξη –ωφ γιατί δεν έπειθε ότι είναι βουλγάρικο, τότε το όνομα του πατέρα γινόταν επίθετο, όπως: Γεώργιος του Δημητρίου έγινε Γκεόργκι Δημητρώφ.
Το θέμα με τους Θρακιώτες είναι ότι έζησαν κοντά στο κέντρο του Ελληνισμού, την Κωνσταντινούπολη, επί αιώνες και επομένως βρίσκονταν σε ένα χώρο διαρκών μετακινήσεων, ιδιαίτερα την περίοδο της Τουρκοκρατίας, σε αντίθεση, για παράδειγμα με τους Πόντιους που έζησαν σε ένα χώρο απομονωμένοι. Παρ’ όλα αυτά κράτησαν την εθνική συνείδηση, το ιστορικό παρελθόν, τα ήθη και τα έθιμα πολύ ζωντανά. Αυτό αποδεικνύεται και σήμερα με τους Έλληνες που έμειναν στη Βουλγαρία.
Κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει με ακρίβεια τον πραγματικό αριθμό των Ελλήνων που σήμερα υπάρχουν στην Βουλγαρία. Οι ίδιοι που δραστηριοποιούνται πολιτιστικά μέσα από τους Συλλόγους φιλίας εκτιμούν ότι σήμερα διαμένουν στη Βουλγαρία περισσότεροι από 25.000 Έλληνες χωρίς να υπολογίζονται οι Σαρακατσάνοι Έλληνες που δραστηριοποιούνται με δικούς τους Συλλόγους, όπως και οι Έλληνες Γκαγκαούζοι.
Ένα διάστημα, μετά τον σκληρό και αδελφοκτόνο Εμφύλιο Πόλεμο εγκαταστάθηκαν πολιτικοί πρόσφυγες και παιδιά που στάλθηκαν με την συγκατάθεση των γονιών τους για να σωθούν.  Ήταν το «παιδοσώσιμο» (και όχι το «παιδομάζωμα» όπως διατείνονται οι εκπρόσωποι της ελληνικής αντίδρασης), αυξάνοντας έτσι για ένα χρονικό διάστημα τον αριθμό των Ελλήνων.
Οι ίδιοι  εκφράζουν το παράπονο και έχουν τα ερωτηματικά γιατί είναι ξεχασμένοι από το Ελληνικό κράτος που δεν δείχνει το ενδιαφέρον που δείχνει η Τουρκία για τους θεωρούμενους Τούρκους της Βουλγαρίας.
Όταν μπήκε η Βουλγαρία, λένε, στην Ευρωπαική Ένωση, περιμέναμε επίσημη αναγνώριση της Ελληνικής μειονότητας με όλα τα δικαιώματα. Τα σχολεία μας λειτουργούν μόνο τα Σαββατοκύριακα, σαν φροντιστήρια με την βοήθεια κάποιων Ελλήνων.
«Είμαστε 2600 χρόνια εδώ,  εγκαταστημένοι σ’ αυτόν τον τόπο», λένε, «2.600 χρόνια μιλάμε ελληνικά. Θα είναι κρίμα να χαθεί η ελληνική γλώσσα, να χαθούν  όλα - όσα κουβαλάμε από τα γεννοφάσκια μας».
Η Ανατολική Ρωμυλία, είναι αλησμόνητη αγαπημένη πατρίδα, έναςτόπος ιερός που για τους περισσότερους από εμάς βρίσκεται καλά φυλαγμένη στην καρδιά μας και στο μυαλό μας, μέσα από τις μνήμες των προγόνων μας. Φυσικά άμεση βιωματική σχέση είχαν οι παππούδες μας που γεννήθηκαν εκεί στην πατρογονική κοιτίδα, έμμεση έχουν οι άνθρωποι δεύτερης γενιάς, οι γονείς μας, αλλά και εμείς η τρίτη γενιά που έχουμε άμεσα ακούσματα και μνήμες από τους παππούδες και τους γονείς μας.
Εμείς που καταγόμαστε από τα αναστενάρικα χωριά στη μεσογειακή περιοχή της Αγαθούπολης (Άχτοπολ) και του Βασιλικού (Τσάρεβο) και διασώζουμε σημαντικά δρώμενα όπως, τα Αναστενάρια, ο Καλόγερος, Η Μπάμπω, η Καμήλα, τα βρεξούδια όχι μόνο είμαστε πιστοί στην παράδοση, αλλά ερχόμαστε σε συχνή επαφή με τους πατριώτες μας που έμειναν στα χωριά στην πατρίδα κάνοντας μαζί τους τα έθιμά μας, αναπληρώνοντας έτσι την απουσία του επίσημου κράτους.  Από την επαφή μαζί τους, καταλαβαίνουμε πόσο το έχουν ανάγκη και πόσο αγάλλονται που δεν τους ξεχνά
2011-01-22 / user

Η Ανατολική Ρωμυλία

Η Βόρειος Θράκη είναι ο χώρος που περικλείεται από τις οροσειρές του Αίμου από βορά, της Ροδόπης από νότου, και του Όρβηλου από δυτικά, βρέχεται δε από τον Εύξεινο Πόντο από ανατολικά. Κατά το Συνέδριο του Βερολίνου (01 Ιουλ 1878) ανακηρύχθηκε αυτόνομη επαρχία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας της Βόρειας Θράκης, στην οποία δόθηκε το όνομα ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΡΟΥΜΕΛΙΑ ή ΡΩΜΥΛΙΑ. Η αυτονομία αυτή διήρκησε μέχρι 06 Σεπ 1885, χρονιά κατά την οποία προσαρτήθηκε πραξικοπηματικά στη Βουλγαρία. Οι Έλληνες της Ανατολικής Ρωμυλίας, που έχουν τη Ελληνική καταγωγή από αρχαιοτάτων χρόνων γνωστοί ως θράκες, υπέστησαν από τους Βουλγάρους τα πάνδεινα, αγωνίστηκαν όμως γενναία για να αποφύγουν τον εκβουλγαρισμό. Χωρίς όμως την υποστήριξη της μητέρας Ελλάδας και των Μεγάλων Δυνάμεων, αναγκάσθηκαν σιγά-σιγά να εγκαταλείψουν τα πάτρια εδάφη τους και να εγκατασταθούν στην ελεύθερη Ελλάδα ή σε άλλα μέρη. Επισφράγιση της εγκαταλείψεως αυτής ήταν η Συνθήκη του Νεϊγύ 27 Νοε 1919) στην οποία μεταξύ των άλλων υπήρχε και ο όρος για την εκούσια ανταλλαγή πληθυσμών, η οποία όμως από μέρους των Βουλγάρων μετατράπηκε σε ακούσια. 

Θράκη

Η Θράκη σύμφωνα με τους ιστορικούς και τους γεωγράφους της αρχαιότητας, ήταν η χώρα που βρισκόταν ανάμεσα στο Δούναβη ποταμό και το Αιγαίο Πέλαγος. Τα ακριβή όρια είναι συγκεχυμένα. Ο Θουκυδίδης αναφέρει ως Θράκη την περιοχή που βρισκόταν μεταξύ του Αίμου, Προποντίδας, Αιγαίου και Στρυμόνα ποταμού (Θουκιδ.Β 97). Από την εποχή του Φιλίππου και του Μεγάλου Αλεξάνδρου το όριο της Θράκης προς Δυσμάς έγινε ο Νέστος ποταμός. Οι Θράκες φυλετικά ανήκουν στους ινδοευρωπαίους. Κατά τα προϊστορικά χρόνια είχαν διασκορπιστεί στο μεγαλύτερο μέρος του Αίμου και Θράκες έποικοι ζούσαν στη Νότιο Ελλάδα και σε διάφορα νησιά του Αιγαίου. Η εγκατάσταση των Ελλήνων αποίκων στα Θρακικά παράλια έγινε τον 7ο π.Χ. αιώνα με ειρηνικό τρόπο αλλά και μερικές φορές και κατόπιν βίας, Καθοριστικοί παράγοντες στον εξελληνισμό της Θράκης  υπήρξαν η αστικοποίηση της χώρας, λόγω του Ελληνικού αποικισμού των παραλίων, ο Μακεδονικός αποικισμός της ενδοχώρας, η ανάπτυξη του εμπορίου και της αγροτικής οικονομίας, η κοινωνική πολιτική των Ελλήνων αποίκων με τις αλλεπάλληλες επιγαμίες, καθώς επίσης η συγκοινωνιακή, δημογραφική, οικονομική, γλωσσική και επαρχιακή πολιτική των Ρωμαίων στη Θράκη. Το 341 π.Χ. η Θράκη έγινε Μακεδονική επαρχία η διοίκηση της οποίας ανατέθηκε σε Μακεδόνα στρατηγό και προσαρτήθηκε στο Μακεδονικό κράτος. Σπουδαιότερη Μακεδονική αποικία υπήρξε η Φιλιππούπολη, με ευρύτερη γεωγραφική δικαιοδοσία. Επί Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ιδρύθηκαν νέα αστικά κέντρα, σύμφωνα με το πρότυπο των Ελληνικών πόλεων, είχαν δε ελληνικό πολίτευμα και ελληνικό ή εξελληνισμένο πληθυσμό. Κατά τη Βυζαντινή αυτοκρατορία η Θράκη αποτέλεσε τον προμαχώνα και το προπύργιο των από βορρά επιδρομέων, έτσι ώστε γνώρισε πολλές επιδρομές και καταστροφές. Μεταξύ των επιδρομέων ήταν και οι Βούλγαροι. Οι Τούρκοι άρχισαν να καταλαμβάνουν τη Θράκη το 1359, κατέλαβαν το 1361 την Ανδριανούπολη, το 1363 τη Φιλιππούπολη για να ακολουθήσει η πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1453.

Βουλγαρία

Η Βουλγαρία είναι χώρα της Βαλκανικής που συνορεύει προς βορρά με τη Ρουμανία (το μεγαλύτερο μέρος των συνόρων διαρρέει ο Δούναβης), προς δυσμάς με την πρώην Γιουγκοσλαβία, προς νότο με την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Τουρκία και από ανατολάς βρέχεται από τον Εύξεινο Πόντο. Η Ανατολική Ρωμυλία σήμερα αποτελεί τη Νότια Βουλγαρία. Οι Βούλγαροι είναι λαός τούρκικης (Μογγολικής) καταγωγής ο οποίος πολύ αργότερα ήρθε σε επιμειξία με τους Σλάβους. Το εθνικό τους όνομα «Βούλγαροι» προέρχεται από την περιοχή του Βόλγα ποταμού, όπου κατοικούσαν πριν την κάθοδό τους στη Βαλκανική περί το 670 μ.Χ. Από το 679 μ.Χ. μέχρι το 1018 μ.Χ. το Βουλγαρικό κράτος δημιουργήθηκε, ισχυροποιήθηκε και επεκτάθηκε σε βάρος του Βυζαντίου. Πρώτη πρωτεύουσα του ήταν το Τύρνοβο και κατόπιν η Σόφια. Εκχριστιανίσθηκαν υπό των Ελλήνων Μοναχών Αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου και υιοθέτησαν ως επίσημη γραφή το Κυριλλικό Αλφάβητο. Το 1018 μ.Χ. ηττηθέντες κατά κράτος από τον αυτοκράτορα Βασίλειο το Β’ (Βουλγαροκτόνο) περιορίσθηκαν βόρεια Σκομίου και Αίμου. Τότε η Βουλγαρία απετέλεσε τμήμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η δε Βουλγαρική Εκκλησία υπήχθη στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως. Από το 1186 ανασυνταχθέντες ξανάρχισαν τις επιδρομές των προς το νότο και επεκτάθηκαν μέχρι Αιγαίου πελάγους. Το 1395 υποδουλώθηκαν στους Τούρκους. Η Συνθήκη του Κιουρτσούκ Καϊναρτζή 1174) συνέβαλε στο να αναπτυχθεί η εθνική τους συνείδηση. Το 1870 οι Βούλγαροι, με την ενθάρρυνση των Ρώσων, αποσπάσθηκαν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ίδρυσαν τη Βουλγαρική εξαρχία. Το 1878 με τη Συνθήκη του Αγ.Στεφάνου, η Ρωσία επέβαλε τη δημιουργία της «Μεγάλης Βουλγαρίας», η οποία αναπράπηκε με τη Συνθήκη του Βερολίνου δημιουργώντας μια ηγεμονία στα βόρεια υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου και μια αυτόνομη επαρχία, στην Ανατολική Ρωμυλία, την οποία προσάρτησε πραξικοπηματικά το 1885. Το 1908 η Βουλγαρία ανακηρύχθηκε σε ανεξάρτητο Βασίλειο.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1453

Η Θράκη κατά τους Μυθικούς και Ιστορικούς Χρόνους του Κλασσικού Ελληνισμού
Από τους προϊστορικούς ακόμα χρόνους, δηλ. 3.000 χρόνια πριν, συνδέει τους Θράκες με τους Έλληνες ο Ορφέας, ως εκπρόσωπος του Απόλλωνα στην Ελλάδα. Ακόμη ο Λίνος, ο κιθαρωδός και δάσκαλος του Ηρακλή, ο Εύμολπος (εκ τους οποίου Ευμολπία ονομάζετο η Φιλιππούπολη) και οι γιοι του Μουσαίος και Ίσμαρος, ο Θάμαρις, ο Βορέας γαμβρός του Ερεχθέα, ο Όλορος βασιλιάς της Θράκης και πεθερός του Μιλτιάδη, υποδηλώνουν σχέσεις μεταξύ των άλλων Ελλήνων και Θρακών. Πολλοί Θράκες μάλιστα πήραν μέρος στην Αργοναυτική Εκστρατεία, την πρώτη πανελλήνια ομαδική εκδήλωση. Το όνομα του Έβρου ποταμού προέρχεται από τον Έβρο, γιο του Κασσάνδρου βασιλιά της Θράκης. Ο Ζάμαλξις μεταξύ των πρώτων νομοθετών και φιλοσόφων, πρόδρομος στη φιλοσοφία του Πυθαγόρα, ο Δημόκριτος, πατέρας της πυρηνικής φυσικής και ο Πρωταγόρας, διδάσκαλος της ρητορικής γεννήθηκαν στα Άβδηρα. Επίσης ο Ευμένης και Ιερώνυμος στρατηγοί του Μεγ.Αλεξάνδρου ήταν Θράκες. Το 341 π.Χ. η Θράκη καταλήφθηκε από το βασιλιά των Μακεδόνων Φίλιππο το Β’ ο οποίος ονόμασε την αρχαία πόλη Ευμολπία σε Φιλιππούπολη..
Η Βόρεια Θράκη κατά τους Ελληνιστικούς-Ρωμαϊκούς Χρόνους
Κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους η Ελληνική γλώσσα κυριαρχεί σε ολόκληρη την Βαλκανική. Η Φιλιππούπολη ως πρωτεύουσα της Θράκης αποτελεί την κοιτίδα του Ελληνικού πολιτισμού, ιδιαίτερα δε στη Βόρεια Θράκη. Η Ρωμαϊκή κυριαρχία δεν κατορθώνει να αλλοιώσει τον Ελληνικό χαρακτήρα της Θράκης. Αυτό το αποδεικνύουν οι περίπου 1.000 ελληνικές επιγραφές που ανευρέθησαν στην άνω και  μέση κοιλάδα του Έβρου ποταμού, που ανήκουν χρονολογικά σΆυτήν την περίοδο. ΑπΆυτές οι 186 βρέθηκαν στην Φιλιππούπολη, 506 στην κοντινή περιοχή της και οι υπόλοιπες στην ευρύτερη περιοχή της.
Βυζαντινοί Χρόνοι – Εμφάνιση Βουλγάρων
Από το 330 μ.Χ. που μεταφέρθηκε η πρωτεύουσα του Ρωμαϊκού κράτους στο Βυζάντιο, από τον Μ.Κωνσταντίνο, το κέντρο βαρύτητας της Αυτοκρατορίας μεταφέρεται στη Θράκη και το Θρακικό-Ελληνικό στοιχείο αναλαμβάνει στα φανερά τα πρωτεία. Κατά τον 7ο μ.Χ. αιώνα και συγκεκριμένα το 679 μ.Χ. οι Βούλγαροι κάνουν για πρώτη φορά την εμφάνισή τους στη Βόρεια Θράκη, όταν πέρασαν το Δούναβη και εγκαταστάθηκαν στη Μυσία, τη σημερινή Βόρεια Βουλγαρία. Στην Βόρεια Θράκη κατοικούσαν αποκλειστικά Έλληνες, οι οποίοι παρέμειναν στην περιοχή μέχρι το 1906. Από το 679 μέχρι το 1363 μ.Χ. που η Θράκη υποδουλώθηκε στους Τούρκους, οι Βούλγαροι δεν μπόρεσαν να παραμείνουν στη Βόρειο Βουλγαρία και έτσι η περιοχή παρέμεινε συνεχώς Ελληνική. Η μη ύπαρξη των Βουλγάρων φαίνεται από το  ότι η Φιλιππούπολη, πρωτεύουσα της Βόρεια Θράκης μόλις το 1818 απόκτησε τον πρώτο Βούλγαρο με το όνομα Τσαλίκωφ, το δε 1859 αριθμούσε μόλις δέκα πέντε 15) βουλγαρικές οικογένειες.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΑΠO ΤΟ 1453 ΕΩΣ ΤΟ 1870

Χρόνοι Τουρκοκρατίας-Επανάσταση του 1821
Οι Τούρκοι κατέκτησαν ολόκληρη την Ελληνική χερσόνησο και στα τέλη του 14ου αιώνα το Βουλγαρικό κράτος, φθάνοντας έτσι μέχρι την Ουγγαρία. Το 16ο, 17ο και 18ο αιώνα οι Τούρκοι εποικίζουν με μουσουλμανικούς πληθυσμούς τη Θράκη. Οι θρησκευτικές όμως κοινότητες των Ελλήνων με τη δράση τους διατηρούν ακέραιη την εθνική ταυτότητα του πληθυσμού. Η συμμετοχή του Βορειοθρακικού Ελληνισμού στον αγώνα της εθνεγερσίας ήταν ευρύτατη. Συνοπτικά αναφέρονται ότι, ο Αντώνιος Κομιζόπουλος (Φιλιππουπολίτης) υπήρξε το 4ο μέλος της Φιλικής Εταιρίας, η οικογένεια Κουμπάρη (από τη Μεσημβρία) ανέπτυξε δραστηριότητα στις γραμμές της Φιλικής Εταιρίας στην Οδησσό, στον Ιερό Λόχο συμμετείχαν Ανατολικορωμυλιώτες, ο Μητροπολίτης Αγχιάλου Ευγένιος Καραβίας απαγχονίστηκε στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τον Γρηγόριο τον Ε’ και τους Μητροπολίτες Εφέσσου και Νικομηδείας το Πάσχα του 1821. Στη Θράκη συναντά ο Παπαφλέσσας τους πιο ενθουσιώδεις οπαδούς της Εθνεγερσίας, όπως Μητροπολίτες, προύχοντες, δασκάλους και πλοιάρχους, οι οποίοι αναφέρονται στο παράρτημα Γ’ τόμου των Θρακικών.
Πανσλαβισμός-Αφύπνιση των Βουλγάρων
Ο Πανσλαβισμός ως θεωρία επηρέασε ισχυρότατα την πολιτιστική κατάσταση στα Βαλκάνια και είχε επιπτώσεις στην Ελλάδα, ιδιαίτερα δε στη Μακεδονία και στη Θράκη. Ο ρόλος της Βουλγαρίας στα Πανσλαβικά σχέδια επηρέασε σημαντικά την τύχη της Ανατολικής Ρωμυλίας. Για το λόγο αυτό θα γίνει μια σύντομη ανάλυση της θεωρίας του. Πανσλαβισμός είναι η κίνηση των Σλαβικών λαών που αποβλέπει σε μια πολιτική ή πνευματική ένωσή τους σε ένα Ομοσπονδιακό κράτος. Στην πραγματικότητα όμως είναι ένα ιδεολογικό πρόσχημα και μια πιθανή ηθική ιδεολογία της Ρωσικής επεκτατικής πολιτικής. Ο Μάουρο Ορμπίνι το 1601 δημιουργεί τη θεωρία περί Σλάβων, η οποία από την Ιταλική μεταφράζεται και δημοσιεύεται στα Ρώσικα το 1722 κατΈντολή του Μεγ.Πέτρου για να αποτελέσει τη βάση της «Διαθήκης» του και της όλης μετέπειτα πανσλαβικής πολιτικής. Ο Κριμαϊκός Πόλεμος 1854-55) είχε ως αποτέλεσμα της διάψευση των ελπίδων που η Ρωσία είχε στηρίξει στην Αυστρία και έτσι ο Πανσλαβισμός παίρνει χαρακτήρα επιθετικό και πολιτικό. Η μεταβολή αυτή ενεργεί και σε βάρος της Ελλάδος μια και μέχρι τότε η Ελλάδα ήλπιζε να έχει την ομόθρησκη Ρωσία συμπαραστάτη στον απελευθερωτικό αγώνα. Το 1858 συγκροτείται  στη Μόσχα η «Σλαβική Ενεργετική Επιτροπή» με σκοπό τη βοήθεια των Σλάβων του νότου. Ταυτόχρονα υιοθετείται η θεωρία του Φελμεράϋερ «περί αμφισβητήσεως της Ελληνικότητας των σημερινών Ελλήνων». Έτσι υποστηρίζεται και πάλι το σχέδιο της Αικατερίνης με μόνη αλλαγή ότι τον ρόλο των Ελλήνων έχουν μέχρι τώρα οι Βούλγαροι, τους οποίους ενισχύουν πολιτικά με στόχο  τη δημιουργία εθνικής Σλαβικής συνειδήσεως. Το 1840 εγκαινιάζεται ο εθνικοθρησκευτικός αγώνας των Βουλγάρων κατά των Ελλήνων και του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως. Η Σλαβική προπαγάνδα ξεκινά από τη ρίζα κάθε έθνους της, από το σχολείο. Οι Βούλγαροι με τη συστηματική πανσλαβική προπαγάνδα αρχίζουν να αφυπνίζονται και απΆυτή τη χρονική περίοδο αρχίζει ένας αγώνας ζωής ή θανάτου για τον Ελληνισμό της Βορείου Θράκης, ο οποίος έστεκε εμπόδιο στην επίτευξη των σχεδίων του Πανσλαβισμού. Ιδρύουν σχολεία, εκκλησίες, ζητούν τις εκκλησίες των Ελλήνων, απαιτούν να γίνεται η Θεία Λειτουργία στα Σλαβικά, δεν μνημονεύουν τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ενώ ταυτόχρονα εξαπολύουν μια άνευ προηγουμένου τρομοκρατία σε πόλεις και χωριά κατά των ελληνικών πληθυσμών.
Δράση Βορειοθρακικού Ελληνισμού – Το Σχίσμα
Ο Ελληνισμός της Θράκης δεν μένει αμέτοχος σε ότι συμβαίνει στο χώρο με τον οποίο ένιωθε στενά δεμένος και δεν έλειψε εκ μέρους του Ελληνισμού της Βόρειας Θράκης η έμπρακτη απόδειξη αυτού του δεσμού. Με την έναρξη του Εθνικοθρησκευτικού αγώνα των Βουλγάρων στα πλαίσια πάντα των πανσλαβικών σχεδίων, ο Ελληνισμός της Βόρειας Θράκης με ευψυχία και καρτερία αναθερμαίνει τον αγώνα του για τη διατήρηση της Εθνικής του υποστάσεως στο πάτρια έδαφός του. Τα κέντρα του Ελληνισμού στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα (που προηγείται του Μακεδονικού) είναι η Φιλιππούπολη, η Στενήμαχος, η Ιάμπολη, το Έλγοβο, η Αγαθούπολη, η Σωζόπολη, η Αγχίαλος, ο Πύργος, η Μεσημβρία. Σε όλες αυτές τις πόλεις, κέντρα εκπαιδευτικά και πνευματικά δεν ομιλείται η Βουλγαρική γλώσσα. Επιστήμονες γιατροί, δικηγόροι, αρχιτέκτονες, μηχανικοί είναι όλοι Έλληνες. Το εμπόριο, η βιομηχανία, η γεωργία, η αλιεία είναι στα χέρια των Ελλήνων. Η προσπάθεια των Εθνικών Ιδανικών είναι στα χέρια του κλήρου και των δημογερόντων. Στο νεοσύστατο Ελληνικό κράτος, η Μεγάλη Ιδέα αποτελεί όνειρο όλων, όμως οι δυσκολίες είναι πολλές. Η μεγάλη Επανάσταση των Κρητών το 1866 τραβά την προσοχή των Τούρκων στη Μεγαλόνησο, ενώ παράλληλα στρέφουν όλοι οι Έλληνες το ενδιαφέρον στον ιερό αγώνα των Κρητών. Και από αυτήν την Ελληνική εκδήλωση δεν απουσιάζουν οι Θράκες, οι οποίοι οργανώνουν τμήμα από τη Στενήμαχο με αρχηγό τον Αθανάσιο Κόντο και τον στέλνουν να αγωνισθεί στην Κρήτη, ενώ αντιπροσωπεία Ρωμυλιωτών παραδίδει στην κεντρική επιτροπή του Κρητικού Αγώνα μεγάλο χρηματικό ποσό για την ενίσχυσή του.  Το 1867 ο Οικουμενικός Πατριάρχης ο Γρηγόριος ο ΣΤ’ τον οποίο διέκρινε ευρύτητα αντιλήψεως, πατριωτισμός και θάρρος, προσπαθεί να αντιμετωπίζει τη Ρωσική και Τουρκική διπλωματία υπό την πίεση της διεθνούς αντιδράσεως για την Κρητική επανάσταση, προτείνοντας σχέδιο αυτονομίας της Εκκλησίας «εν Βουλγαρία» και στέλνοντας υπόμνημα συμφιλιώσεως στους παραιτηθέντες Βουλγάρους Αρχιερείς (σχισματικούς). Οι Βούλγαροι παραμένουν αδιάλλακτοι και με τη βοήθεια της Ρωσικής πιέσεως επί της Πύλης, κορυφώνουν τη δραστηριότητά τους τόσο αυτοί όσο και οι Ρώσοι απεσταλμένοι στις περιοχές της Ευρωπαϊκής Τουρκίας όπου διαβιούσαν Βουλγαρικοί πληθυσμοί. Την 10 Μαρ 1870 εκδόθηκε από το Σουλτάνο φιρμάνι για την ίδρυση Βουλγαρικής Εξαρχίας. Το φιρμάνι είναι μια νίκη του Πανσλαβισμού. Το πρώτο βήμα για την ίδρυση του Βουλγαρικού κράτους έγινε. Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλεί ο όρος ότι : «Αν τα 2/3 τουλάχιστον των ορθοδόξων κατοίκων μιας περιφέρειας εκδηλώσουν την επιθυμία να υπαχθούν στην Εξαρχία, τότε η επαρχία αυτή μπορεί να αποσπασθεί από τη δικαιοδοσία του Πατριάρχου». Ο όρος αυτός ήταν φοβερός για τον Ελληνισμό της Θράκης και της Μακεδονίας, διότι με το πρόσχημα εκκλησιαστικών διεκδικήσεων άφηνε πεδίο ανοικτό για τον Βουλγάρους. Η πολιτική του Πανσλαβισμού άνοιγε νέα σύνορα έναντι του Ελληνισμού. Οι Ελληνικοί φορείς της Ανατολικής Ρωμυλίας σΆυτήν την κρίσιμη στιγμή εντείνουν την άμυνά τους. Το 1874 με την χορηγία του Γ.Ζαρίφη ιδρύονται τα Ζαρίφεια Διδασκαλεία στη Φιλιππούπολη, που θα φωτίσουν την Ελληνική παιδεία της Ανατολικής Ρωμυλίας για 30 ακόμα δύσκολα χρόνια. Οι Ελληνικοί σύλλογοι φουντώνουν. Η «Ευριδίκη», ο «Ορφέας», η «Ισχύς» και άλλοι με εθνικό και φιλανθρωπικό χαρακτήρα γίνονται η ασπίδα του μαχόμενου Ελληνισμού για την Εθνική επιβίωση, δυστυχώς χωρίς καμιά βοήθεια από το Ελληνικό κράτος. Ακολουθεί η διάσκεψη της Κωνσταντινουπόλεως το 1876, όπου επιβεβαιώνεται το πρόγραμμα των Ρώσων για τη δημιουργία Βουλγαρικού κράτους, ενώ ούτε οι Άγγλοι ούτε οι άλλοι Ευρωπαίοι δείχνουν ενδιαφέρον για την τύχη των Ελληνικών επαρχιών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΑΠΌ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΕΩΣ ΤΟ 1919

Ρωσοτουρκικός Πόλεμος του 1877-78 – Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου
Το 1877 οι Ρώσοι θέτουν σε εφαρμογή το σχέδιο περί βιαίας επιβολής των Πανσλαβικών προγραμμάτων, εκμεταλλευόμενοι την πλήρη αποδιοργάνωση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και εξασφαλίζοντας την ουδετερότητα της Αυστροουγγαρίας. Πραγματική αιτία του πολέμου δεν ήταν η Ερζεγοβίνη, η Σερβία ή το Μαυροβούνι, αλλά η Βουλγαρία την οποία ήθελε να ελέγχει η Ρωσία. Έτσι την 11 Απρ 1877 Ρωσικά στρατεύματα διέβησαν το Δούναβη ποταμό και εισήλθαν στη Βουλγαρία. Την 28 Νοε 1877 εισέρχονται στη Φιλιππούπολη, όπου και εγκατέστησαν το Γενικό Ρωσικό Στρατηγείο. Τη 10 Ιαν 1878 τα Ρωσικά στρατεύματα καταλαμβάνουν την Ανδριανούπολη και συνεχίζουν προς την Κωνσταντινούπολη όπου και προ των τειχών της την 19 Φεβ 1878 υπογράφθηκαν οι προκαταρκτικοί όροι της Ρωσοτουρκικής συνθήκης του Αγίου Στεφάνου. ΜΆυτήν την συνθήκη προεβλέπετο μεταξύ των άλλων, η ίδρυση αυτόνομης Βουλγαρικής ηγεμονίας που περιελάμβανε περιοχές από το Δούναβη ποταμό και τις λίμνες Πρέσπες και Αχρίδα. Έξω από τη Βουλγαρική ηγεμονία θα έμεναν μόνο η περιοχή της Θράκης νότια της Ροδόπης και ανατολικά του Πόρτο-Λάγο, η Χαλκιδική, η Θεσσαλονίκη και τα εδάφη νότια του Αλιάκμονα ποταμού. Η Θρακική απάντηση υπήρξε δυναμική, ομοίως και των Μακεδόνων. Δραστηριοποιήθηκε η συντονιστική επιτροπή ενεργά προς όλες τις κατευθύνσεις και ενημέρωσε τους εκπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων. Ο Ελληνισμός της Θράκης αντέδρασε σθεναρά και διατράνωσε την αντίθεσή του στα τετελεσμένα γεγονότα, με έγγραφες διαμαρτυρίες προς το οικουμενικό Πατριαρχείο, Πύλη, Ελληνική Κυβέρνηση και Ευρωπαϊκές Δυνάμεις, παρά του ότι βρίσκονταν υπό ρωσική κατοχή και υπήρχαν αντικειμενικής δυσκολίες.
Το Συνέδριο του Βερολίνου και η Δημιουργία της Αυτόνομης Επαρχίας της Ανατολικής Ρωμυλίας
Με την υπογραφή των προκαταρκτικών όρων της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, η Ελληνική κυβέρνηση αντιδρά, το Πατριαρχείο κάνει έντονα διαβήματα στις ξένες πρεσβείες. Εκτός από την Αυστρία, τη Γαλλία και την Αγγλία των οποίων τα συμφέροντα εθίγοντο, οι Γερμανοί αναλαμβάνουν πρωτοβουλία για τη σύγκλιση του συνεδρίου στο Βερολίνο, όπου αναθεώρησαν τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου και χάραξαν μια οριστική λύση για τα Βαλκανικά ζητήματα. Το τελικό κείμενο της συνθήκης του Βερολίνου (01 Ιουλ 1878), αν και έδινε ουσιαστικά το προβάδισμα προς επίλυση του Ηπειροθεσσαλικού ζητήματος, άφηνε το μέλλον του μεγαλύτερου τμήματος του αλύτρωτου Ελληνισμού αβέβαιο και μετέωρο. Ιδιαίτερα ζωφερή διαγράφονταν η τύχη του Βορειοθρακικού Ελληνισμού, αφού είχε άμεση συνάρτηση με τον καθορισμό των ορίων της αυτόνομης Βουλγαρικής ηγεμονίας, η οποία θα εκτείνονταν βόρεια του Αίμου και σ’ αυτή θα περιλαμβάνονταν η επαρχία της Βάρνας στα ανατολικά και της Σόφιας στα δυτικά. Η ίδρυση της Βουλγαρικής ηγεμονίας ήταν το σπουδαιότατο δημιούργημα της συνθήκης του Βερολίνου και έτσι επιτεύχθηκε άλλος ένας στόχος του Πανσλαβισμού. Στα νότια αυτής της ηγεμονίας σχηματίσθηκε μια αυτόνομη επαρχία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, η οποία θα έφερνε στο εξής την επωνυμία «ανατολική Ρωμυλία». Η ονομασία «Ρουμ Ιλή Σιαρκή» ήτοι Ανατολική Ρουμελία, προς διάκριση από την περιοχή της Στερεάς Ελλάδας η οποία ονομαζόταν από τους Τούρκους Ρουμ Ιλή. Οι Ρώσοι ήθελαν η αυτόνομη επαρχία να ονομασθεί «Νότιος Βουλγαρία», η οποία όμως δεν υιοθετήθηκε.
Η δημιουργία της αυτόνομης επαρχίας της Ανατολικής Ρωμυλίας οφειλόταν κυρίως σε αγγλική πρωτοβουλία και σε πολιτικές σκοπιμότητες της Αγγλίας, αποσκοπούσε δε μία μελλοντική αφομοίωση των εκεί βουλγαρικών πληθυσμών από τους πολυπληθέστερους ελληνικούς και μουσουλμανικούς με μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα την αναχαίτιση της ρωσικής επιρροής στα νότια του Αίμου. Τα νότια σύνορα της Ανατολικής Ρωμυλίας άρχιζαν από τον Εύξεινο Πόντο νότια της Σωζοπόλεως, ακολουθούσαν την οροσειρά της Ροδόπης και κατευθυνόταν έπειτα στα βόρεια μέχρι τα σύνορα της βουλγαρικής ηγεμονίας στο ύψος των πηγών του Νέστου ποταμού. Είχε έκταση 36.000 τετρ.χιλ. και πληθυσμό 750.000 κατ. σύμφωνα με τούρκικες στατιστικές, εκ των οποίων οι 420.000 ήσαν Τούρκοι, 230.000 Έλληνες, 60.000 Βούλγαροι και οι υπόλοιποι διάφορες εθνικότητες (Εβραίοι, Αθίγγανοι, Ρουμάνοι, Ευρωπαίοι). Η εσωτερική οργάνωση και διοίκηση βασίσθηκε στον οργανικό νόμο της Ανατολικής Ρωμυλίας ο οποίος εκπονήθηκε από Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με τον οποία σε τρία σύνοικα έθνη, Έλληνες, Τούρκοι και Βούλγαροι θα μετείχαν με ίσα απολύτως δικαιώματα και πλήρη ισονομία. Την Ανατολική Ρωμυλία θα κυβερνούσε Χριστιανός Διοικητής (όχι απαραίτητα Βούλγαρος) εκλεγμένος από την Υψηλή Πύλη με την συγκατάθεση των Μεγάλων Δυνάμεων, τα δε Ρωσικά στρατεύματα έπρεπε να εκκενώσουν την Ανατολική Ρωμυλία και την ηγεμονία της Βουλγαρίας εντός εννέα 9) μηνών από την υπογραφή της Συνθήκης του Βερολίνου.
Το γεγονός ότι σε καμία από τις διατάξεις που αφορούσαν το μελλοντικό καθεστώς της Ανατολικής Ρωμυλίας δεν γινόταν αναφορά για το Ελληνικό στοιχείο της επαρχίας εκείνης, που υπερείχε στο οικονομικό και πολιτιστικό επίπεδο, καθιστούσε ιδιαίτερα επισφαλές το μέλλον των Ελλήνων της Βόρειας Θράκης. Η παράταση της παραμονής του ρωσικού στρατού μέχρι το καλοκαίρι του 1879, η μεροληπτική παρουσία των Ρώσων Αξιωματικών, η μαζική μετανάστευση των μουσουλμανικών πληθυσμών της Ανατολικής Ρωμυλίας προς τη Θράκη, η αδιαφορία της Πύλης μπροστά στα τετελεσμένα γεγονότα, η χλιαρή στάση της Αγγλίας και η τρομοκρατική δράση των Βουλγαρικών κομιτάτων ήταν διάφοροι παράγοντες που διέψευσαν τις αγγλικές προβλέψεις για την σταδιακή αφομοίωση του βουλγαρικού στοιχείου και συνέβαλαν σταδιακή στον βαθμιαία εκβουλγαρισμό της Ανατολικής Ρωμυλίας. Άλλωστε, στα διπλωματικά παρασκήνια της τριμερούς συνθήκης (Ρουμανίας, Αυστροουγγαρίας, Ρωσίας) 18 Ιουν 1881 παίχθηκε το πολιτικό μέλλον της Ανατολικής Ρωμυλίας, εφ’όσον δόθηκε η δυνατότητα στην Αυστρία να προσαρτήσει την Βοσνία-Ερζεγοβίνη και στη Βουλγαρική ηγεμονία να καταλάβει την Ανατολική Ρωμυλία.
1885. Κατάλυση της Αυτονομίας της Ανατολικής Ρωμυλίας
Με την άφιξη του πρώτου Γενικού Διοικητού, Αλέξανδρου Βογορίδη (βουλγαρικής καταγωγής), ο οργανικός νόμος αρχίζει να παραβιάζεται από τον ίδιο, διαβάζοντας τα έγγραφα του διορισμού του μόνο στα Βουλγαρικά και Τούρκικα και όχι και στα Ελληνικά όπως καθόριζε ο οργανικός νόμος. Οι αλλεπάλληλες παραβιάσεις κατά την εφαρμογή του οργανικού  νόμου σε βάρος του ελληνικού στοιχείου, η διογκούμενη δυσαρέσκεια των Ελλήνων της Ανατολικής Ρωμυλίας, η χλιαρή στάση του Ελληνικού κράτους που μαστιζόταν από χρόνια εσωτερικά προβλήματα και η αδυναμία συνδρομής στο βόρειο Ελληνισμό συνεχώς χειροτέρευαν την πολιτική κατάσταση των Ελλήνων στην Ανατολική Ρωμυλία. Με την άνοδο του νέου Γενικού Διοικητού Γαβριήλ Κρέστοβιτς το 1884, διαφάνηκαν πλέον ξεκάθαροι οι Βουλγαρικοί στόχοι και εντάθηκαν οι προσπάθειες για την ίδρυση της «Μεγάλης Βουλγαρίας» της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου.
Από τις αρχές του 1885 παρατηρείται γενική αναταραχή τόσο στη Μακεδονία όσο και σ’oλόκληρη τη Θράκη με τη συνεχή διείσδυση βουλγαρικών ανταρτικών σωμάτων και την ένοπλη δράση των κομιτατζήδων. Η ένταση κορυφώθηκε με την πραγματοποίηση δυναμικών βουλγαρικών συλλαλητηρίων σε διάφορες πόλεις της Ανατολικής Ρωμυλίας. Τα πράγματα ήταν ιδιαίτερα δύσκολα και εξαιτίας της έξαρσης του Μακεδονικού ζητήματος που είχε πάρει επικίνδυνες διαστάσεις. Αφορμή για το ξέσπασμα των Βουλγάρων σε βάρος των Ελλήνων της Ανατολικής Ρωμυλίας απετέλεσαν τα θλιβερά γεγονότα της Φιλιππουπόλεως την 22 και 23 Απρ 1885, όταν οι Έλληνες είχαν σημαιοστολίσει τα σπίτια και τα καταστήματά τους με ελληνικές Σημαίες λόγω της ονομαστικής εορτής του Βασιλέα των Ελλήνων Γεωργίου Α’.
Τα γεγονότα του Απριλίου 1885, η τρομοκρατία του Ελληνικού στοιχείου που επακολούθησε ενεθάρρυνε τους ενωτικούς να επισπεύσουν την πραγματοποίηση των συνομωτικών σκοπών.  Την νύκτα 05 προς 06 Σεπ 1885 καταλύουν την αυτονομία της επαρχίας της Ανατολικής Ρωμυλίας, με πραξικόπημα το οποίο από πολύ πριν αριστοτεχνικά προετοιμάσθηκε και επιμελώς σκηνοθετήθηκε ως επανάσταση. Στις 08 Σε 1885 ο Βούλγαρος ηγεμόνας Αλέξανδρος κήρυξε την ένωση με τη Βουλγαρία. Από τις πανηγυρικές τελετές που πραγματοποιήθηκαν στη Φιλιππούπολη, απείχαν όλοι οι Ευρωπαίοι πρόξενοι εκτός το Ρώσο, ο οποίος είχε παίξει αποφασιστικό ρόλο στα γεγονότα της προσάρτησης. Η Τουρκοβουλγαρική συνθήκη της 25 Μαρ 1886 αναγνώρισε μια πενταετία τον ηγεμόνα της Βουλγαρίας Αλέξανδρο Βάττεμβεργ ως γενικό διοικητή της Ανατολικής Ρωμυλίας, ενώ ειδική μεικτή επιτροπή επρόκειτο να ασχοληθεί με την αναθεώρηση του οργανικού νόμου. Παρόλα αυτά η Εθνοσυνέλευση της Σόφιας επικυρώνει στις 21 Ιουν 1886 την ένωση της Ανατολικής Ρωμυλίας. Ακολούθησε η παραίτηση του ηγεμόνα Αλεξάνδρου και το 1886 ο νέος μονάρχης της Βουλγαρίας Φερδινάρδος αναγνωρίσθηκε ταυτόχρονα από την Πύλη και ως διοικητής της Ανατολικής Ρωμυλίας.
Αφελληνισμός της Ανατολικής Ρωμυλίας
Τα μέτρα που πάρθηκαν μετά το 1885 από τη μεριά Βουλγαρικού κράτους στόχευαν με μαθηματική ακρίβεια στη συστηματική φυλετική αφομοίωση και τον αφανισμό του Ελληνικού στοιχείου της Ανατολικής Ρωμυλίας. Οι Βούλγαροι προσπάθησαν να εκβουλγαρίσουν τον Ελληνισμό της Ανατολικής Ρωμυλίας με διάφορους τρόπους. Ένας από αυτούς ήταν ο νόμος «περί δημοσίας εκπαιδεύσεως του 1891» γνωστός σαν νόμος Ζλίφκωφ, ο οποίος καταργούσε τη διδασκαλία της Ελληνικής γλώσσας,  έκλεινε τα Ελληνικά σχολεία και υποχρέωνε τα Ελληνόπουλα να διδάσκονται τη Βουλγαρική γλώσσα. Η αντίδραση του ελληνικού στοιχείου σ’ αυτό το σημείο ήταν άμεση, με αποτέλεσμα να αποφευχθεί η εφαρμογή του μέχρι το 1906, ενώ ταυτόχρονα ο Μαρασλής ιδρύει τη Μαράσλειο Σχολή στη Φιλιππούπολη. Άλλο ουσιαστικό μέτρο για τον ακρωτηριασμό του Βορειοθρακικού Ελληνισμού ήταν η μη αναγνώριση των Ελληνικών Ορθοδόξων Κοινοτήτων ως νομικών προσώπων, που είχε σαν βασικές συνέπειες την αρπαγή της ακίνητης περιουσίας τους και την απόρριψη των ελληνικών αγωγών από τα αρμόδια βουλγαρικά δικαστήρια. Οι Βούλγαροι προχώρησαν στην αντικατάσταση όλων των Ελλήνων δημοσίων και δημοτικών υπαλλήλων, οι οποίοι υπήρξαν μετά την ίδρυση του βουλγαρικού κράτους οι κύριοι εκπρόσωποι της βουλγαρικής επιστήμης και διοίκησης. Ακόμη επέβαλαν βαρείς φόρους στους Έλληνες με σκοπό την εξουθένωση της οικονομικής αντοχής τους, διευκόλυναν και ενθάρρυναν με κάθε τρόπο την μετανάστευση βουλγαρικών πληθυσμών στα παράλια αστικά κέντρα του Εύξεινου Πόντου και εξαπέλυσαν οξύτατες επιθέσεις δια μέσου του τύπου. Το μέτρο για εμπορικό αποκλεισμό του κυρίαρχου οικονομικά ελληνικού στοιχείου επεκτάθηκε σε ολόκληρη τη Βόρεια Θράκη και έπληξε τα ζωτικά συμφέροντα των Ελλήνων.
Το 1889 η δημαρχία του Στενήμαχου έγινε Βουλγαρική και οι Έλληνες εκλογείς αποκλείσθηκαν από τις Δημοτικές Εκλογές. Ακολούθησαν καταλήψεις ναών, μοναστηριών και Ελληνικών σχολείων. Στο Εθνικό κάλεσμα του 1897 έσπευσαν να ανταποκριθούν 1.200 Ανατολικορουμηλιώτες οι οποίοι σχημάτισαν εθελοντικό σώμα με επικεφαλής τον έφεδρο Λοχαγό του Ελληνικού Στρατού Μιχ.Γκάνογλου και ήρθαν στην Ελλάδα με πλοία από τον Πύργο. Από το τέλος του Ελληνοτουρκικού πολέμου το 1897 το πολιτικό καθεστώς των Ελλήνων Βορειοθρακών παρουσίασε διαρκή επιδείνωση, λόγω της στυγνής βουλγαρικής καταπίεσης τόσο στο εκκλησιαστικό και εκπαιδευτικό πεδίο όσο και στους διοικητικούς μηχανισμούς του Βουλγαρικού κράτους.  Οι ελληνικές επιτυχίες που σημειώθηκαν στη Μακεδονία κατά το Μακεδονικό Αγώνα, είχαν σοβαρότατες επιπτώσεις στις συνθήκες διαβιώσεως του Ελληνισμού της Ανατολικής Ρωμυλίας. Το καλοκαίρι του 1906 ξέσπασαν οι ανθελληνικοί διωγμοί στην Ανατολική Ρωμυλία και ιδιαίτερα στα κυριότερα αστικά ελληνικά κέντρα της Φιλιππουπόλεως του Στενήμαχου, του Πύργου, της Βάρνας που κορυφώθηκαν με την καταστροφή της Αγχιάλου. Οι ελληνικές επιτυχίες στη Μακεδονία αντισταθμίστηκαν με την εκτόνωση του βουλγαρικού πληθυσμού, την καταστροφή των ελληνικών περιουσιών, την καταδίωξη του ελληνικού στοιχείου με κάθε μέσο και τη μαζική μετανάστευσή του. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα δραματικά γεγονότα του 1906 που συνέβησαν στην Ανατολική Ρωμυλία και απετέλεσαν την αφορμή του ξεριζωμού του βορειοθρακικού Ελληνισμού από τις προαιώνιες πατρίδες του, «είχαν οργανωθεί και σχεδιασθεί με τη συμμετοχή επισήμων βουλγαρικών κύκλων» όπως επισημαίνεται σε σχετικό κείμενο του αντιπολιτευόμενου βουλγαρικού τύπου.
Τον Οκτ 1908 η Βουλγαρία ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο βασίλειο και η Ανατολική Ρωμυλία προσαρτήθηκε και τυπικά σ’ αυτό. Το Ελληνικό στοιχείο άρχισε να φθίνει ραγδαία παρά το γεγονός ότι διατηρούνταν ακόμη ακμαίες οι ελληνικές κοινότητες στα παράλια αστικά κέντρα του Εύξεινου Πόντου και στο νότιο τμήμα της σημερινής Βουλγαρίας.
Συνθήκη Νεϊγύ-Απόφαση για το Τέλος της Ανατολικής Ρωμυλίας
Κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, με τη σύναψη της Ελληνοβουλγαρικής συμμαχίας διαφάνηκαν κάποιες αμυδρές ελπίδες για την τύχη του Βορειοθρακικού Ελληνισμού, όταν η Βουλγαρική Κυβέρνηση επέτρεψε την εκλογή εφόρων για τα ελληνικά σχολεία. Αλλά η διάλυση της συμμαχίας τα διέψευσε όλα. Από τις αρχές του 1914 ξανάρχισαν οι ανθελληνικοί διωγμοί. Τότε συμπληρώθηκε η κατάληψη όλων των Ελληνικών σχολείων και ναών. Η Ελληνική Εκκλησία στην Ανατολική Ρωμυλία καταλύθηκε και τυπικά στον Ιούνιο του 1914 έπειτα από τη σύλληψη και απέλαση του πατριαρχικού εκπροσώπου Φωτίου και την απομάκρυνση όλων των Ελληνικών κληρικών, οι οποίοι είχαν απομείνει μετά την καταστροφή του 1906.
Μετά τον Ιούνιο 1916, η Ελλάδα ταχθείσα στο πλευρό της Eηteηte, βρέθηκε αντιμέτωπη με τη Βουλγαρία, γεγονός που χειροτέρεψε ακόμη περισσότερο το πολιτικό καθεστώς των εναπομεινάντων Ελλήνων. Η ήττα της Βουλγαρίας και η ευνοϊκή για τα ελληνικά συμφέροντα έκβαση του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, αναζωπύρωσαν πρόσκαιρα τις ελπίδες του Ελληνισμού της Ανατολικής Ρωμυλίας και των οδήγησαν στην υποβολή δύο προτάσεων στον απεσταλμένο από την Ελληνική κυβέρνηση Στρατηγό Κ.Μαζαράκη. Η πρώτη πρότεινε η Ανατολική Ρωμυλία να ακολουθήσει την τύχη της λοιπής Θράκης (νοτίου), να καταληφθεί από τον Ελληνικό στρατό και να προσαρτηθεί στην Ελλάδα. Η δεύτερη προέβλεπε να ανασυσταθεί υπό των Ελλήνων το καταλυθέν καθεστώς της Ανατολικής Ρωμυλίας με την τήρηση νέου οργανισμού. Η πρώτη πρόταση υποστηρίχθηκε από τους Φιλιππουπολίτες, ενώ η δεύτερη από τους Στενημαχίτες. Ύστερα από εκτίμηση της πολιτικής καταστάσεως η ελληνική κυβέρνηση κατέληξε στην πρόταση της αυτονομίας της Ανατολικής Ρωμυλίας και υπεβλήθη σχετικό υπόμνημα. Η διεθνή όμως πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων για μια ακόμη φορά είναι εχθρική απέναντι στα Ελληνικά δίκαια αιτήματα Άγγλοι, Γάλλοι, Αυστριακοί, Ιταλοί και οι νεοεμφανισθέντες Αμερικάνοι υποστηρίζουν τη δημιουργία του κράτους της Βουλγαρίας με προσαρτημένη την Ανατολική Ρωμυλία. Η υπογραφείσα στις 27 Νοε 1919 στο Νεϊγύ συμφωνία μεταξύ των Δυνάμεων και της ηττηθείσας Βουλγαρίας καθόριζε σε όρο της την εκούσια ανταλλαγή πληθυσμών και περιουσιών, που πραγματοποιήθηκε από το 1922 έως το 1932. Πολλοί ήλθαν στην Ελλάδα και αρκετοί παρέμειναν στη Βουλγαρία, εκφράζοντας κρυφά την Ελληνική τους συνείδηση. Με την παραπάνω συνθήκη έκλεισε για πάντα το κεφάλαιο της ιστορικής παρουσίας του ελληνικού στοιχείου της Βόρειας Θράκης στη σημερινή Βουλγαρία.
Διαστρέβλωση της Ιστορίας
Οι Βουλγαρικές αρχές διαστρεβλώνουν την ιστορία. Ο Ορφέας και οι Θράκες παρουσιάζονται σαν Βούλγαροι. Οι ελληνικές αρχές γίνονται όλο και πιο σπάνιες στα αρχαιολογικά μουσεία. Οι τουριστικοί οδηγοί δεν κατατοπίζουν, οι τουριστικές υπηρεσίες και οι ξεναγοί δηλώνουν άγνοια για την ύπαρξη της πόλεως του Φιλίππου στο Πλόβντιβ, ή των Ελληνικών Διδασκαλείων και αρχοντικών. Από τις ελληνικές εκκλησίες, μνημεία ανεκτίμητης βυζαντινής τέχνης οι περισσότερες παραμένουν κλειστές και αλειτούργητες στο έλεος του φθοροποιού χρόνου. Με βάση έγγραφα και βιβλία που αναφέρονται στη σημερινή κατάσταση της Ανατολικής Ρωμυλίας ομάδα Ελλήνων και ξένων Ευρωβουλευτών κατέθεσαν την 23 Μαρ 1987 σχέδιο ψηφίσματος (Β2-1626/86), στο οποίο ζητείται από τη Βουλγαρική κυβέρνηση να προστατεύσει με τον καλύτερο τρόπο την πολιτιστική κληρονομιά της Ανατολικής Ρωμυλίας «διότι οι ελληνικές επιγραφές της Αρχαίας και Βυζαντινής περιόδου εξαφανίζονται προοδευτικά και σταθερά από τους αρχαιολογικούς χώρους και τα μουσεία στη Βουλγαρία». Επιπλέον δε ή πρόταση επισημαίνει ότι «το μέτρο αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την αλλοίωση της ιστορικής αλήθειας» και αποδεικνύει ότι αποκρύπτεται συστηματικά από τις αρμόδιες Βουλγαρικές αρχές το γεγονός της ιστορικής παρουσίας Ελλήνων για χιλιάδες χρόνια στο χώρο της Βόρειας Θράκης.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η Ανατολική Ρωμυλία είναι η Βόρεια Θράκη που αποτελεί μέρος της Θράκης, η οποία από αρχαιοτάτων χρόνων κατοικείτο από Έλληνες που μιλούσαν την ίδια γλώσσα, πίστευαν στους ίδιους θεούς και είχαν Ελληνική συνείδηση. Η πρωτεύουσα της Βόρειας Θράκης η Φιλιππούπολη, που την ίδρυσε ο Μακεδόνας βασιλιάς Φίλιππος ο Β’, αποτέλεσε το κέντρο όπου αναπτύχθηκε και έδρασε ο Ελληνισμός. Η ρωμαϊκή κυριαρχία δεν αλλοίωσε τον Ελληνικό χαρακτήρα της Θράκης, όπως και της υπόλοιπης Ελλάδος. Με την μεταφορά της πρωτεύουσας του Ρωμαϊκού κράτους στο Βυζάντιο, ο Θρακικός Ελληνισμός ακμάζει και πρωτοστατεί στην ανάπτυξη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, χωρίς να μπορέσουν να κάνουν κτήση τους τη Βόρειο Θράκη. Επί Τουρκοκρατίας η Ανατολική Ρωμυλία παρά τον εποικισμό των Τούρκων, διατήρησε τον Ελληνισμό της χάρη στη θρησκεία και τη γλώσσα. Το 1870 ιδρύθηκε η Βουλγαρική εξαρχία, το 1878 με τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου ιδρύεται η «Μεγάλη Βουλγαρία» η οποία όμως αναθεωρήθηκε από τη Συνθήκη του Βερολίνου σύμφωνα με την οποία ιδρύθηκε ανεξάρτητη Βουλγαρική ηγεμονία φόρου υποτελή στο Σουλτάνο και νότια αυτής η αυτόνομη επαρχία της Ανατολικής Ρωμυλίας υπό την άμεση πολιτική και στρατιωτική εξουσία του Σουλτάνου. Το 1885 γίνεται πραξικοπηματική προσάρτηση της Ανατολικής Ρωμυλίας από τη Βουλγαρική ηγεμονία, προς επίτευμα των πανσλαβικών στόχων. Το 1906 κορυφώνονται οι διώξεις του Ελληνικού στοιχείου υπό των Βουλγάρων, λόγω της αποτυχίας τους στον Μακεδονικό Αγώνα. Το 1914 καταλύεται και η ορθόδοξη εκκλησία δια απελάσεως του πατριαρχικού εκπροσώπου Φωτίου. Το 1919 υπογράφεται η Συνθήκη του Νεϊγύ, όρος της οποίας προέβλεπε την εκούσια ανταλλαγή πληθυσμών Ελλάδος-Βουλγαρίας κι έτσι αναγκάσθηκε ο Ελληνισμός να φύγει από τα εδάφη του στα οποία έζησε και έδρασε για χιλιάδες έτη. Για να μη φαίνεται δε η ελληνικότητα της Ανατολικής Ρωμυλίας οι Βούλγαροι διαστρεβλώνουν την ιστορία.
Η Ανατολική Ρωμυλία είναι η Βόρειος Θράκη, στην οποία επέζησαν οι Έλληνες από αρχαιοτάτων χρόνων. Ο Ελληνικός της χαρακτήρας διατηρήθηκε κατά την κυριαρχία τόσο υπό των Ρωμαίων όσο υπό των Οθωμανών. Κατά τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Ανατολική Ρωμυλία, λόγω των Πανσλαβικών σχεδίων παραχωρείται στη Βουλγαρία και οι Έλληνες εξαναγκάζονται ή να εκβουλγαρισθούν ή να γίνουν πρόσφυγες στην ελεύθερη Ελλάδα ή σε άλλα μέρη. Προς απόκρυψη της Ελληνικότητάς της αναγκάζονται οι Βούλγαροι να προβούν στην πλαστογράφηση της ιστορίας της Βόρειας Θράκης.
Πηγή: http://adiotos.wordpress.com/2011/01/22/anatolili-romilia/
2011-01-22 / user
h1

Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΝΕΫΓΥ-Ο ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ

24/09/2014 ,
,
Θρᾲκη· ὁ πρῶτος διωγμὸς.
Θρᾲκη· ὁ πρῶτος διωγμὸς.
,
,
,

Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΝΕΫΓΥ-Ο ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ

.
.
Μαρίας Σαμπατακάκη, ἱστορικοῦ
,
,
Στὶς 24 σεπτεμβρίου τοῦ 1924, ὑπογράφηκε τὸ  πρωτοκόλλο Πολίτη –Καλφώφ μὲ σκοπὸ τὴν περαιτέρω προσταστία τῶν ἑλληνοβουλγαρικῶν μειονοτήτων· τὸ συγκεκριμένο πρωτόκολλο ἀκολούθησε τὴν συνθήκη τοῦ Νεϊγύ μὲ τὴν ὁποία ξεριζώθηκε ὁ ἑλληνισμός ποὺ κατοικοῦσε ἐπί χιλιάδες ἔτη σὲ ἐδάφη ποὺ οἱ νέες συνθῆκες ὅρισαν ὡς βουλγαρικὰ.
Ἡ ὑπογραφή τοῦ πρωτοκόλου ἦταν ἄνευ οὐσίας, διότι οἱ Ἕλληνες τῶν βουλγαρικῶν πλέον ἐδαφῶν εἶχαν ἤδη ἐκδιωχθεῖ. Ἡ τελικὴ διευθέτηση τοῦ Μακεδονικοῦ Ζητήματος, ἐπῆλθε μετὰ τὴν λήξη τῶν Βαλκανικῶν πολέμων. Ἡ Συνθήκη τοῦ Λονδίνου ποὺ τερμάτισε τὸν Α’Βαλκανικὸ πόλεμο, προκάλεσε τὴν δυσφορία στὴν βουλγάρικη πλευρὰ, ἡ ὁποία ἐνῶ ἔφερε τὸ μεγαλύτερο βάρος τῆς σύγκρουσης μὲ τὸν ὀθωμανικό στρατὸ στὴν Θρᾲκη, δὲν κατόρθωσε νὰ ἐκπληρώσῃ τοὺς ἐδαφικούς της στόχους.
Θεωρῶντας τὸν ἐαυτό της ἀδικημένο, ἡ βουργαρία κήρυξε πόλεμο κατὰ τῆς Ἑλλάδος καὶ τῆς Σερβίας.Τὸ γεγονός ὅτι μετὰ τὴν λήξη τοῦ Β’Βαλκανικοῦ πολέμου καὶ τὴν ὑπογραφή τῆς Συνθήκης τοῦ Βουκουρεστίου, διευθετήθηκαν τὰ σύνορα, οἱ ἐπεκτατικές της ἐπιδιώξεις δὲν ἰκανοποιήθηκαν οὔτε ἀνακόπηκε ὁ μεγαλοϊδεατισμὸς της. Ἔτσι προσανατολίσθηκε στὶς κατευθύνσεις ἐπιβολῆς ἐθνικῆς ὁμογένειας, ἀφομοίωσης ἤ ἐκδίωξης μειονοτικῶν πληθυσμῶν…
,
,
,
Διαβᾶστε ὁλόκληρο τὸ ἄρθρο στὸ : www.e-istoria.com

Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2014

Ενα εξαιρετικό αφιέρωμα στην ανατολική Ρωμυλία (Β. Θράκη).


Ενα εξαιρετικό αφιέρωμα για την κατεχόμενη Ανατολική Ρωμυλία από το εξαιρετικό ιστολόγιο Αιώνια Ελληνική Πίστη.

Η ονομασία Ανατολική Ρωμυλία δόθηκε κατά το συνέδριο του Βερολίνου, Ιούλιος 1878. Η έκτασή της έφτανε τα 36.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα περίπου. Σύνορά της αποτελούσαν από Βορρά η οροσειρά του Δίμου, από Νότο η οροσειρά της Ροδόπης, από Δυσμάς ο Όρβηλος και από Ανατολικά ο Έυξεινος Πόντος.
Για την Ελληνικότητα της Ανατολικής Ρωμυλίας κανείς δεν μπορεί να την αμφισβητήσει. Μαρτυρούν άλλωστε για αυτό οι 600.000 ελληνικός πληθυσμός, οι 5 μητροπόλεις, οι 113 κεντρικές εκκλησίες, τα 100 παρεκκλήσια, τα 10 μοναστήρια, τα 66 σχολεία με 8.000 περίπου μαθητές και 186 δασκάλους και τα ανώτερης παιδείας Ζαρίφειο διδασκαλείο, Ελληνικό Παρθεναγωγείο και Μαράκλειος Σχολή. Πλούσια ήταν η συμβολή της στα Γράμματα, στις Τέχνες στον Πολιτισμό. Ήθη και Έθιμα πανάρχαια Θρακικά και Ελληνικά διασώζονται μέχρι τις μέρες μας.
Η ορολογία Ανατολική Ρωμυλία είναι Τουρκική και σημαίνει Χώρα των Ρωμιών, των Ελλήνων, είναι σύνθετη, από το Ρούμ και το Υλί.
Όταν λοιπόν η Ρωσία και οι Δυτικές Δυνάμεις παρέδιδαν (αυτή δυστυχώς είναι η κυριολεξία) την Βόρεια Θράκη στους Βουλγάρους, γνώριζαν ότι παρέδιδαν ένα κομμάτι ελληνικής γης, αφού αθέτησαν στο συνέδριο του Βερολίνου την ονομασία Ανατολική Ρωμυλία. Η ιστορία άλλωστε είναι ο αδιάψευστος κριτής.
Οι Θράκες είναι αυτόχθονες. Πατρίδα τους από τα μυθικά χρόνια, είναι η ενιαία Θράκη. Ο Έβρος ήταν γιος του Δίμου και της Ροδόπης. Πατρίδα του Ορφέα, εμπνευστής των Ελευσίνιων Μυστηρίων. Εκεί στις όχθες του Έβρου, ακούστηκε για πρώτη φορά η γλυκόλαλη λύρα του, που μάγευε ακόμη και τα άγρια ζώα.
Ο Λίνος ο κιθαρωδός, ο δάσκαλος του Ηρακλή. Ο Εύμολπος και τα παιδιά του Μουσαίοςκαι Ίσμαρος. Ο Θάμαρις ο Βοργεύς, ο γαμπρός του Ερεχθέα. Ο Όλορος, βασιλεύς της Θράκης και πεθερός του Μιλτιάδη. Ο Δημόκριτος και αργότερα ο Σπάρτακος, ο μεγάλος δούλος επαναστάτης, και άλλοι πολλοί. Θράκες ήταν οι Πελασγοί, οι παλαιότεροι κάτοικοι της Ελλάδας. Θράκες έλαβαν μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία.
Ευμολπιάς (από τον Εύμολπο) ονομαζόταν η Φιλιππούπολις, που αργότερα πήρε το όνομά της από τον Φίλιππο πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Οι Μιλήσιοι θα ιδρύσουν εκεί την Πεντάπολη, την Απολλωνία (σημερινή Σωζόπολη), την Μεσημβρία, την Αγχίαλο. Αργότερα θα ιδρυθούν η Αγαθούπολη και η Στεντίμαχος. Κατά τη διάρκεια της Μακεδονικής περιόδου σφύζει κυριολεκτικά ο Ελληνισμός από τη μια ως την άλλη άκρη της Θράκης.
Η Φιλιππούπολη αναπτύσσεται γρήγορα και γίνεται αξιόλογο κέντρο. Οι αυτόχθονες αφομοιώνονται από το Ελληνικό στοιχείο. Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους εμφανίζονται μεν από τα Βόρεια οι Βούλγαροι αλλά, αλλά η Θράκη είναι καθαρά Ελληνική και Προπύργιο του Μεσαιωνικού Ελληνισμού στις επιδρομές των βαρβάρων από το Βορρά.
Κατά τους χρόνους της δουλείας, από τον 14ο αιώνα μέχρι και τον 19ο, οι Βούλγαροι δεν εξαφανίζονται μόνον από το προσκήνιο της ιστορίας, αλλά χάνουν εντελώς και την ταυτότητά τους, την εθνική. Ο πανσλαβισμός θα έρθει αργότερα, κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν οι λεγόμενες μεγάλες δυνάμεις θα βάλουν στην σκακιέρα των συμφερόντων τους την Βαλκανική για να κινούν τα πιόνια τους.
Ρωσία , Αγγλία, Γαλλία , Γερμανία και Αυστροουγγαρία έπρεπε να κατασπαράξουν την Οθωμανική Αυτοκρατορία στην περιοχή των Βαλκανίων και ο καθένας τους να πάρει το μερίδιό του. Έτσι λοιπόν αρχίζει η μοιρασιά. Η Ρωσία με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου ιδρύει μια Βουλγαρία τέρας. Οι Δυτικές Δυνάμεις προβλέπουν άλλα συμφέροντα και προσβάλλουν τη συνθήκη αυτή, κάνοντας άλλο συνέδριο στο Βερολίνο το 1878 και γίνεται εκ νέου η μοιρασιά των Βαλκανίων.
Η Βόρεια Θράκη ονομάζεται Ανατολική Ρωμυλία και κηρύσσεται αυτόνομη. Ξεκομμένη από τον κύριο κορμό της Ελλάδας, ανήμπορη η Ελληνική πολιτική να παίξει ουσιαστικό ρόλο στα πολιτικά δρώμενα της περιοχής, η Ανατολική Ρωμυλία μετατρέπεται σε εύκολη λεία για του επιβουλείς. Κάπως έτσι αρχίζει ο μεγάλος Γολγοθάς για τους Έλληνες της Ανατολικής Ρωμυλίας.
Το μεγαλύτερο δράμα έρχεται το καλοκαίρι του 1906. Επί τρεις μήνες το τουφέκι, η φωτιά και το τσεκούρι δούλευαν ακατάπαυστα. Δεν διαθέτουμε ακριβή στοιχεία για να ξέρουμε πόσοι πέρασαν από το λεπίδι των Βουλγάρων. Πάντως πάνω από 120 εκκλησίες, 70 σχολεία, ανάμεσά τους και η Μαράσλειος Σχολή, το κόσμημα της Φιλιππούπολης καταστραφήκαν.
Το Μεγάλο ολοκαύτωμα έγινε στην Αγχίαλο. Η Βουλγαρική μανία αφού πέρασε από λεπίδι τους κατοίκους, παρέδωσε στις φλόγες ότι απέμεινε. Θρήνος – Κλαυθμός – Οδηρμός.
Ύστερα από τα γεγονότα αυτά δεν απέμεινε τίποτε άλλο παρά η φυγή. Με ένα δισάκι στον ώμο μονάχα και με κουράγιο φεύγουν βίαια ξεριζωμένοι από τις εστίες τους, ύστερα από τόσους αιώνες, από τα πατρώα εδάφη τους, που τόσες λαμπρές σελίδες ιστορίας έχουν γράψει.
Ο ξεριζωμός συνεχίζεται και μέχρι το 1920 – 1923 με την συνθήκη του Νειγύ, «περί εκούσιας μεταναστεύσεως», όμως αυτή η εκούσια μετανάστευση έγινε γρήγορα, αναγκαστική και βίαια. Χιλιάδες καραβάνια Ελλήνων προσφύγων εγκαταλείπουν τα υπάρχοντά τους και ψάχνουν να βρουν μια καινούργια πατρίδα.
Το Ελληνικό κράτος και ανέτοιμο και ανήμπορο, λόγω της προετοιμασίας των Βαλκανικών αγώνων, αλλά και στη δίνη των πολεμικών ετοιμασιών δεν μπορεί να τους εγκαταστήσει γρήγορα και η μεγάλη οδύσσεια αυτών των προσφύγων συνεχίζεται και μέσα στην μητέρα πατρίδα.
Η προσφυγιά εγκαθίσταται σε πολλά μέρη της Ελλάδας. Ο κύριος όγκος των προσφύγων εγκαθίσταται στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία.
Πόσοι Έλληνες διώχτηκαν από την Α. Ρωμυλία δεν μπορεί κανείς να υπολογίσει επακριβώς. Πάντως γύρω στις 300.000 είναι ένας αριθμός που δύσκολα μπορεί να ελεγχθεί.
Η προσφυγιά υπήρξε σταδιακή και σε μακρόχρονη σταδιακή διαρροή. Άλλωστε η ακρίβεια του αριθμού δεν έχει μεγάλη σημασία. Σημασία έχει πως χάθηκε μια πατρίδα με χιλιάδες χρόνια ιστορίας και πολιτισμό και μαζί της τάφηκε το όνειρο της Ελλάδας και χιλιάδων Ελλήνων προσφύγων για την προγονική τους εστία.
Παρόλες τις δυσκολίες και τις αντίξοες συνθήκες η προσφυγιά μπόρεσε να επιβιώσει και να ριζώσει, αλλά και να επανδρώσει τον κύριο κορμό της Ελλάδας.
Σήμερα εμείς που είμαστε η τρίτη και τέταρτη γενιά της προσφυγιάς από το Καβακλί (το όνομα σημαίνει λεύκα στα τούρκικα) σημερινή ονομασία Νέα Λεύκη, η χαμένη πατρίδα είναι μια ανάμνηση.
Από τις διηγήσεις των γονιών μας πέρασε και σε εμάς ο πολιτισμός, τα ήθη και τα έθιμα, το ιδιωματικό γλωσσάρι, οι χοροί και τα τραγούδια.
Εμείς οι απόγονοι θέλουμε να κρατήσουμε έστω και μέρος αυτής της λαογραφίας. Μπροστά στη λαίλαπα της αστικοποίησης και της παγκοσμιοποίησης των Δυτικών που ισοπεδώνει τα απάντα και αλλοιώνει τα έθνη, εμείς θέλουμε να κρατήσουμε την ταυτότητα μας ως Έλληνες της Ανατολικής Ρωμυλίας.
Δ/μα 31-08-1912
Νέα Λέυκη (τ. Γκοτς – Μπασάν)
Τέως Δήμου Φακίου,
Eπαρχία Λαρίσης
Δ/μα 4-11-1927
Ο Συνεταιρισμός και η κοινότης Γλοτς-Μπασάν μετονομάστηκαν εις κοινότητα Νέας Λεύκης.